Ο Τζουμερκιώτης ποιητής Γιώργος Κοτζιούλας έμεινε για κάποιο καιρό δίπλα στον Αρη Βελουχιώτη και κατέγραψε τις αναμνήσεις του απ'την κορυφαία εμπειρία της ζωής του,το αντάρτικο.
Στα δεκαεφτά του χρόνια κατεβαίνει στην Αθήνα για να σπουδάσει.Αποφοιτεί το 1938 και το 1943 αφήνει την Αθήνα και προσχωρεί στο αντάρτικο.
''Τζουμέρκα-Αθήνα,αυτή ήταν όλη
που χάραξα,όλη μου η γραμμή
Κίνησα απέκει μ'ένα τσόλι
μου'λειψε εδώ και το ψωμί.
Ο τρόπος που το είναι του κατανοεί την παρουσία του μέσα στον χρόνο,είναι γραμμικός:Μια γραμμική ακολουθία απο ομοιόμορφα ''τώρα''.Τα περασμένα είναι ένα παρόν που δεν υπάρχει πια και τα ερχόμενα ένα επέκεινα που διαψεύστηκε.Γράφει σχετικώς η ''φιλόλογος του υπαρξισμού'' Νέλλη Σαβεριάδου,σχετικά με την ανθρώπινη παρουσία και τον τρόπο που κατανοεί τον χρόνο:
Η αυθεντικότητα ή αναυθεντικότητα της παρουσίας έγκειται στον τρόπο που οικειοποιείται το είναι της,.δηλαδή στον τρόπο που εξ-ίσταται στις δυνατότητες της,δηλαδή στον τρόπο που κατανοεί τον χρόνο.
Η παρουσία είναι πρωταρχικά εκ-στατική σε όλον τον ορίζοντα του κόσμου της συγχρόνως.Επειδή όμως η πτώση[η κατανόηση του εαυτού ως υποκειμένου μέσα στα αντικείμενα]όχι μόνο είναι τρόπος του είναι αλλά και συνήθως ο μόνος τρόπος του,η παρουσία έχει συνεχώς την τάση να κατανοεί τον χρόνο ως χώρο.Ο ''χωροποιημένος'' χρόνος εμφανίζεται ως γραμμική συνέχεια απο ποιοτικά ομοιόμορφα ''τώρα''.Το περασμένο είναι ένα ''τώρα'' που δεν είναι πια και το ερχόμενο ένα ''τώρα'' που δεν είναι ακόμα.[8]Το περασμένο δηλαδή και το ερχόμενο με την έννοια αυτή ουσιαστικά ''δεν είναι''[6].
Το είναι επομένως στον γραμμικό χρόνο έχει το νόημα του ''είναι τώρα''.
Η παρουσία ως ολόκληρη δομή,ως ''είμαι-σ'έναν-κόσμο'',ερμηνεύετε ως εξής:Προ-λαμβάνοντας τις δυνατότητες μου,έχω ήδη ανα-λάβει τον κόσμο μου,σαν να ήμουν υποκείμενο μέσα σε αντικείμενα.
Η ύπαρξη είναι παρούσα μόνον όταν έχει συγκεντρώσει μέσα της το μέλλον της[ως διαφάνεια των δυνατοτήτων της]και το παρελθόν της[ως ανά-ληψη της ιστορίας της].
Αντίθετα,σε ένα μόνο γραμμικό χρόνο είναι κανείς μόνο προσπερνώντας και ποτέ ουσιαστικά συναντώντας.Η παρουσία είναι αφηρημένη,διαμελισμένη στο ''όχι πια'' [7]και το ''όχι ακόμη''[8],δεν υπάρχει,δεν διανοίγεται σε ουσιαστική συνάντηση,βρίσκεται απλώς εδώ[2] / [''Πόσο θα ήθελε κανείς να βαστούσαν αιώνια τέτοιες στιγμές.Είναι σα στεφάνωμα σε κορυφαία γεγονότα που δεν τα ξαναζείς,ούτε και τα ματαφτάνεις'',περιγράφει ο Κοτζιούλας την συναισθηματική κατάσταση που βίωνε μέσα στο γενικότερο κλίμα του αντάρτικου αγώνα-Οτι συναντά εξαρτάται απ'αυτή την δεσμευτική συνθήκη του αγώνα και διερμηνεύεται μόνο μέσα απο το πρίσμα της:Οτι συναντά που αντιστρατεύεται αυτό το πλαίσιο,είναι εκ των προτέρων απορριπτέο,κι άρα η όποια προσπάθεια κατανόησης του είναι διαμεσολαβημένα επιδερμική και κίβδηλη.
Η κατανόηση/πρόσληψη είναι αυτή που εμποτίζει την μνήμη της ''προσωπικής''αφήγησης.Ο Β.Δαλκαβούκης,λέκτορας εθνογραφίας του Δημοκρίτειου,τονίζει τη σημασία που έχει για μια συνολικότερη ιστορική θεώρηση το πως αλληλεπιδρά η ατομική με την συλλογική υποκειμενικότητα,παράγοντας την λεγόμενη ''κοινωνική μνήμη'':Η ίδια η προσωπική αφήγηση ζωής,καθώς συνδυάζει την ατομική με τη συλλογική υποκειμενικότητα και την ''περιρρέουσα ιστορία'' που διεισδύει στην ατομική μνήμη-αν και δεν προσλαμβάνεται ομοιόμορφα απο όλα τα ατομικά υποκείμενα-,είναι το κομβικό σημείο για ν'αντιληφθούμε καλύτερα την αλληλεπίδραση των παραγόντων αυτών στη δυναμική τους διάσταση ως ''ατομική μνήμη'' κατά τη φάση της αφήγησης.Το κρίσιμο μέγεθος δεν είναι η ''ατομικότητα'' ή η ''συλλογική ζωή'',αλλά η ίδια η δράση που θεμελιώνει τόσο το ένα όσο και το άλλο στοιχείο,σε τελική ανάλυση δηλαδή,η διαπίστωση ότι ο ''εαυτός'' διαμορφώνεται δι-υποκειμενικά μέσα απο τη σχέση του με τον ''άλλον'']
Σ'ένα γραμμικό χρόνο δεν μπορεί να σχολάση,αυτό που είναι εξαρτάται συνεχώς απο το αναμενόμενο νέο που ''δεν είναι'' ακόμα.Το ''κατανοώ'' της καθημερινότητας σημαίνει ''έχω κατανοήσει'',έχω πιστέψει οριστικά μιαν απόδειξη που με απαλλάσει απο το να επι-στρέφω συνεχώς στην απορία μου[4].
Ο ''κάποιος'' δεν επιστρέφει,το ''περασμένο'' δεν είναι ο εαυτός του
,είναι αυτό που πέρασε ανεπιστρεπτί,κάθε ''ασχολία'' με το περασμένο σημαίνει επικίνδυνη προσήλωση σ'αυτό που δεν είναι τώρα,τον αποξενώνει απο το παρόν,προτιμά την πλήρη λησμοσύνη.Το κύριο χαρακτηριστικό της αναυθεντικότητας είναι ότι ο άνθρωπος δεν είναι ουσιαστικά παρών.Σε καμιά σχέση,συζήτηση,κατάσταση,αίσθημα,δεν είναι ολόκληρος παρών[1].Ασχολείται συνεχώς με όλα χωρίς να μπορεί να σχολάσει σε τίποτε.Σε όλες του τις ασχολίες είτε προσπαθεί να ''ξεχασθεί'',πράγμα που σημαίνει κατά βάθος:προσπαθεί ν'απαλλαχθεί απο την πραγματική του διάθεση,δηλαδή την αυτοπληροφορία του για την θέση του στον κόσμο[την γεγονότητα του-3]είτε έχει ήδη ''φύγει'' στο ανικανοποίητο ''και έπειτα;[5]''
Μερικοί χαρακτηριστικοί τίτλοι των ποιημάτων και συλλογών του Κοτζιούλα,είναι οι εξής:''Δεύτερη ζωή''[1]-''Εφήμερα''[2]-''Δειλός εγώ;''[3]-''Φυγή στη φύση''[4]-''Μονάχα είνορα''/όνειρα[5].
Το αυτοβιογραφικό του αφήγημα είχε τίτλο ''πικρή ζωή''[6].
Η πλήρη λησμοσύνη του παρελθόντος,αντίθετα,δεν είναι επικίνδυνη προσήλωση σε αυτό που δεν είναι τώρα αλλά επιστροφή σε αυτό που πέρασε ανεπιστρεπτί και ζητά εκδίκηση στο τώρα:
Στίχοι απο το ποίημα ''Επανάσταση'':
Που θα πάτε!Που θα πάτε!Φυλακές και ξερονήσια
κι οι κλωτσιές στα κρατητήρια κι οι χαφιέδες στα γιαπιά
μας διδάξαν να βαρούμε τους δημίους αλύπητα,ίσια
σαν το φίδι που του δίνουν κατακέφαλα χτυπιά[7]
Που θα πάτε!Που θα πάτε!Μόλις βλέπαμε κορδόνια
μας ερχόταν να χωθούμε στα κατάβαθα της γης,
και θαρρούσαμε πως θαστε στου λαού τη ράχη αιώνια
μη γρικώντας τα σημάδια της μεγάλης αλλαγής.[8]
Στον πρόλογο του ο Κοτζιούλας ξεκινά με την αναφορά στον θάνατο του Αρη:Κανένας και για καιρό δεν ήθελε να το πιστέψει.Εμοιαζε αδύνατο να έχει σκοτωθεί ένας τέτοιος υπερήρωας.
Ηταν των αδυνάτων αδύνατο να σκοτωθεί ο Αρης,ο πρωτοστάτης της ανταρτοσύνης.Τόσο πολύ τον είχε πιστέψει ο λαός,είχε συνδέσει τ'όνομα του με την ιδέα της παλικαριάς,με το μεγαλείο του αγώνα.
Εδώ η ύπαρξη έχει συγκεντρώσει το παρελθόν της,έχει αναλάβει την ιστορία της[και την έχει ταυτίσει με τους ήρωες του 1821],προ-λαμβάνοντας τις δυνατότητες της,των οποίων την διαφάνεια προβάλλει στο μέλλον για το οποίο αγωνίζεται.Η διαφορά είναι ότι,λόγω μιας μαζικής πίστης σε κάτι που μοιάζει ιερό κι απαραβίαστο,ένα χρέος που πρέπει ν'αναληφθεί,η δομή της παρουσίας του υποκειμένου εντός του αντικειμένου του ''είμαι σ'ένα κόσμο'' μορφοποιείται σε''είμαστε όλοι στον ίδιο κόσμο'',έχοντας αναλάβει απ΄το παρελθόν την ίδια την ιστορία μας με αποτέλεσμα το μέλλον που συγκεντρώνουμε και στο οποίο προσβλέπουμε να κοιλοπονεί τις δυνατότητες που του ενδύει η μαζική πίστη μας.Κι εκείνες τις ταραγμένες εποχές,εύκολα ένας τέτοιος πυρετικός παροξυσμός λοξοδρομεί,χωρίς τα σύστοιχα υποκείμενα να έχουν αντίληψη αυτής της λοξοδρόμησης-ή όπου την αντιλαμβάνονται,την δικαιολογούν σαν μέσο που αγιάζει τον σκοπό.
[https://www.scribd.com/document/148164505/%CE%93-%CE%9A%CE%9F%CE%A4%CE%96%CE%99%CE%9F%CE%A5%CE%9B%CE%91-%CE%9F%CE%A4%CE%91%CE%9D-%CE%97%CE%9C%CE%9F%CE%A5%CE%9D-%CE%9C%CE%95-%CE%A4%CE%9F%CE%9D-%CE%91%CE%A1%CE%97]
Στα δεκαεφτά του χρόνια κατεβαίνει στην Αθήνα για να σπουδάσει.Αποφοιτεί το 1938 και το 1943 αφήνει την Αθήνα και προσχωρεί στο αντάρτικο.
''Τζουμέρκα-Αθήνα,αυτή ήταν όλη
που χάραξα,όλη μου η γραμμή
Κίνησα απέκει μ'ένα τσόλι
μου'λειψε εδώ και το ψωμί.
Ο τρόπος που το είναι του κατανοεί την παρουσία του μέσα στον χρόνο,είναι γραμμικός:Μια γραμμική ακολουθία απο ομοιόμορφα ''τώρα''.Τα περασμένα είναι ένα παρόν που δεν υπάρχει πια και τα ερχόμενα ένα επέκεινα που διαψεύστηκε.Γράφει σχετικώς η ''φιλόλογος του υπαρξισμού'' Νέλλη Σαβεριάδου,σχετικά με την ανθρώπινη παρουσία και τον τρόπο που κατανοεί τον χρόνο:
Η αυθεντικότητα ή αναυθεντικότητα της παρουσίας έγκειται στον τρόπο που οικειοποιείται το είναι της,.δηλαδή στον τρόπο που εξ-ίσταται στις δυνατότητες της,δηλαδή στον τρόπο που κατανοεί τον χρόνο.
Η παρουσία είναι πρωταρχικά εκ-στατική σε όλον τον ορίζοντα του κόσμου της συγχρόνως.Επειδή όμως η πτώση[η κατανόηση του εαυτού ως υποκειμένου μέσα στα αντικείμενα]όχι μόνο είναι τρόπος του είναι αλλά και συνήθως ο μόνος τρόπος του,η παρουσία έχει συνεχώς την τάση να κατανοεί τον χρόνο ως χώρο.Ο ''χωροποιημένος'' χρόνος εμφανίζεται ως γραμμική συνέχεια απο ποιοτικά ομοιόμορφα ''τώρα''.Το περασμένο είναι ένα ''τώρα'' που δεν είναι πια και το ερχόμενο ένα ''τώρα'' που δεν είναι ακόμα.[8]Το περασμένο δηλαδή και το ερχόμενο με την έννοια αυτή ουσιαστικά ''δεν είναι''[6].
Το είναι επομένως στον γραμμικό χρόνο έχει το νόημα του ''είναι τώρα''.
Η παρουσία ως ολόκληρη δομή,ως ''είμαι-σ'έναν-κόσμο'',ερμηνεύετε ως εξής:Προ-λαμβάνοντας τις δυνατότητες μου,έχω ήδη ανα-λάβει τον κόσμο μου,σαν να ήμουν υποκείμενο μέσα σε αντικείμενα.
Η ύπαρξη είναι παρούσα μόνον όταν έχει συγκεντρώσει μέσα της το μέλλον της[ως διαφάνεια των δυνατοτήτων της]και το παρελθόν της[ως ανά-ληψη της ιστορίας της].
Αντίθετα,σε ένα μόνο γραμμικό χρόνο είναι κανείς μόνο προσπερνώντας και ποτέ ουσιαστικά συναντώντας.Η παρουσία είναι αφηρημένη,διαμελισμένη στο ''όχι πια'' [7]και το ''όχι ακόμη''[8],δεν υπάρχει,δεν διανοίγεται σε ουσιαστική συνάντηση,βρίσκεται απλώς εδώ[2] / [''Πόσο θα ήθελε κανείς να βαστούσαν αιώνια τέτοιες στιγμές.Είναι σα στεφάνωμα σε κορυφαία γεγονότα που δεν τα ξαναζείς,ούτε και τα ματαφτάνεις'',περιγράφει ο Κοτζιούλας την συναισθηματική κατάσταση που βίωνε μέσα στο γενικότερο κλίμα του αντάρτικου αγώνα-Οτι συναντά εξαρτάται απ'αυτή την δεσμευτική συνθήκη του αγώνα και διερμηνεύεται μόνο μέσα απο το πρίσμα της:Οτι συναντά που αντιστρατεύεται αυτό το πλαίσιο,είναι εκ των προτέρων απορριπτέο,κι άρα η όποια προσπάθεια κατανόησης του είναι διαμεσολαβημένα επιδερμική και κίβδηλη.
Η κατανόηση/πρόσληψη είναι αυτή που εμποτίζει την μνήμη της ''προσωπικής''αφήγησης.Ο Β.Δαλκαβούκης,λέκτορας εθνογραφίας του Δημοκρίτειου,τονίζει τη σημασία που έχει για μια συνολικότερη ιστορική θεώρηση το πως αλληλεπιδρά η ατομική με την συλλογική υποκειμενικότητα,παράγοντας την λεγόμενη ''κοινωνική μνήμη'':Η ίδια η προσωπική αφήγηση ζωής,καθώς συνδυάζει την ατομική με τη συλλογική υποκειμενικότητα και την ''περιρρέουσα ιστορία'' που διεισδύει στην ατομική μνήμη-αν και δεν προσλαμβάνεται ομοιόμορφα απο όλα τα ατομικά υποκείμενα-,είναι το κομβικό σημείο για ν'αντιληφθούμε καλύτερα την αλληλεπίδραση των παραγόντων αυτών στη δυναμική τους διάσταση ως ''ατομική μνήμη'' κατά τη φάση της αφήγησης.Το κρίσιμο μέγεθος δεν είναι η ''ατομικότητα'' ή η ''συλλογική ζωή'',αλλά η ίδια η δράση που θεμελιώνει τόσο το ένα όσο και το άλλο στοιχείο,σε τελική ανάλυση δηλαδή,η διαπίστωση ότι ο ''εαυτός'' διαμορφώνεται δι-υποκειμενικά μέσα απο τη σχέση του με τον ''άλλον'']
Σ'ένα γραμμικό χρόνο δεν μπορεί να σχολάση,αυτό που είναι εξαρτάται συνεχώς απο το αναμενόμενο νέο που ''δεν είναι'' ακόμα.Το ''κατανοώ'' της καθημερινότητας σημαίνει ''έχω κατανοήσει'',έχω πιστέψει οριστικά μιαν απόδειξη που με απαλλάσει απο το να επι-στρέφω συνεχώς στην απορία μου[4].
Ο ''κάποιος'' δεν επιστρέφει,το ''περασμένο'' δεν είναι ο εαυτός του
,είναι αυτό που πέρασε ανεπιστρεπτί,κάθε ''ασχολία'' με το περασμένο σημαίνει επικίνδυνη προσήλωση σ'αυτό που δεν είναι τώρα,τον αποξενώνει απο το παρόν,προτιμά την πλήρη λησμοσύνη.Το κύριο χαρακτηριστικό της αναυθεντικότητας είναι ότι ο άνθρωπος δεν είναι ουσιαστικά παρών.Σε καμιά σχέση,συζήτηση,κατάσταση,αίσθημα,δεν είναι ολόκληρος παρών[1].Ασχολείται συνεχώς με όλα χωρίς να μπορεί να σχολάσει σε τίποτε.Σε όλες του τις ασχολίες είτε προσπαθεί να ''ξεχασθεί'',πράγμα που σημαίνει κατά βάθος:προσπαθεί ν'απαλλαχθεί απο την πραγματική του διάθεση,δηλαδή την αυτοπληροφορία του για την θέση του στον κόσμο[την γεγονότητα του-3]είτε έχει ήδη ''φύγει'' στο ανικανοποίητο ''και έπειτα;[5]''
Μερικοί χαρακτηριστικοί τίτλοι των ποιημάτων και συλλογών του Κοτζιούλα,είναι οι εξής:''Δεύτερη ζωή''[1]-''Εφήμερα''[2]-''Δειλός εγώ;''[3]-''Φυγή στη φύση''[4]-''Μονάχα είνορα''/όνειρα[5].
Το αυτοβιογραφικό του αφήγημα είχε τίτλο ''πικρή ζωή''[6].
Η πλήρη λησμοσύνη του παρελθόντος,αντίθετα,δεν είναι επικίνδυνη προσήλωση σε αυτό που δεν είναι τώρα αλλά επιστροφή σε αυτό που πέρασε ανεπιστρεπτί και ζητά εκδίκηση στο τώρα:
Στίχοι απο το ποίημα ''Επανάσταση'':
Που θα πάτε!Που θα πάτε!Φυλακές και ξερονήσια
κι οι κλωτσιές στα κρατητήρια κι οι χαφιέδες στα γιαπιά
μας διδάξαν να βαρούμε τους δημίους αλύπητα,ίσια
σαν το φίδι που του δίνουν κατακέφαλα χτυπιά[7]
Που θα πάτε!Που θα πάτε!Μόλις βλέπαμε κορδόνια
μας ερχόταν να χωθούμε στα κατάβαθα της γης,
και θαρρούσαμε πως θαστε στου λαού τη ράχη αιώνια
μη γρικώντας τα σημάδια της μεγάλης αλλαγής.[8]
Στον πρόλογο του ο Κοτζιούλας ξεκινά με την αναφορά στον θάνατο του Αρη:Κανένας και για καιρό δεν ήθελε να το πιστέψει.Εμοιαζε αδύνατο να έχει σκοτωθεί ένας τέτοιος υπερήρωας.
Ηταν των αδυνάτων αδύνατο να σκοτωθεί ο Αρης,ο πρωτοστάτης της ανταρτοσύνης.Τόσο πολύ τον είχε πιστέψει ο λαός,είχε συνδέσει τ'όνομα του με την ιδέα της παλικαριάς,με το μεγαλείο του αγώνα.
Εδώ η ύπαρξη έχει συγκεντρώσει το παρελθόν της,έχει αναλάβει την ιστορία της[και την έχει ταυτίσει με τους ήρωες του 1821],προ-λαμβάνοντας τις δυνατότητες της,των οποίων την διαφάνεια προβάλλει στο μέλλον για το οποίο αγωνίζεται.Η διαφορά είναι ότι,λόγω μιας μαζικής πίστης σε κάτι που μοιάζει ιερό κι απαραβίαστο,ένα χρέος που πρέπει ν'αναληφθεί,η δομή της παρουσίας του υποκειμένου εντός του αντικειμένου του ''είμαι σ'ένα κόσμο'' μορφοποιείται σε''είμαστε όλοι στον ίδιο κόσμο'',έχοντας αναλάβει απ΄το παρελθόν την ίδια την ιστορία μας με αποτέλεσμα το μέλλον που συγκεντρώνουμε και στο οποίο προσβλέπουμε να κοιλοπονεί τις δυνατότητες που του ενδύει η μαζική πίστη μας.Κι εκείνες τις ταραγμένες εποχές,εύκολα ένας τέτοιος πυρετικός παροξυσμός λοξοδρομεί,χωρίς τα σύστοιχα υποκείμενα να έχουν αντίληψη αυτής της λοξοδρόμησης-ή όπου την αντιλαμβάνονται,την δικαιολογούν σαν μέσο που αγιάζει τον σκοπό.
[https://www.scribd.com/document/148164505/%CE%93-%CE%9A%CE%9F%CE%A4%CE%96%CE%99%CE%9F%CE%A5%CE%9B%CE%91-%CE%9F%CE%A4%CE%91%CE%9D-%CE%97%CE%9C%CE%9F%CE%A5%CE%9D-%CE%9C%CE%95-%CE%A4%CE%9F%CE%9D-%CE%91%CE%A1%CE%97]
- Δεν θα παρασυρθώ ούτε απ'το σύνδεσμο μου μ'εκείνον ούτε απ'τις πολιτικές μου πεποιθήσεις.Φρονώ πως η αλήθεια,όταν λέγεται καθαρή,ποτέ δε ζημιώνει.Αν το γραφτό μου δεν έχει αλλά αξία,κανένας ας μην του αρνηθεί τουλάχιστο την αξιοπιστία.
Θα μιλήσω για τον Αρη όπως τον γνώρισα εγώ,με απόλυτη ειλικρίνεια.
Ζημιώνει,ζημιώνει-κι εκεί έγκειται η αξία του:στην απομυθοποίηση - Τ'όνομα του Αρη το πρωτακούσαμε πρωτοχρονιά του'42.Τότε βγήκε η πρώτη αντάρτικη ομάδα της περιοχής μας,οι πρώτοι ελασίτες με τον καπετάν Τζαβέλα.Την παραμονή του νέου χρόνου σκότωσαν έναν προδότη απο γειτονικό χωριό,που κατατυραννούσε την περιφέρεια και τον μισούσαν όλοι εκεί γύρω.Γι'αυτό οι αντάρτες έγιναν δεκτοί με ανυπόκριτο ενθουσιασμό απ'τους χωριάτες,επειδή τους γλύτωσαν απο έναν πράχτορα των Ιταλών που η παρουσία του ήταν ένας εφιάλτης για όλους.
Στην αυθόρμητη συγκέντρωση που έγινε με το πέρασμα των ανταρτών,ο Τζαβέλας μας μίλησε για τους σκοπούς του ΕΑΜ.Θέλοντας έπειτα να δείξει πως η κίνηση αυτή δεν είχε περιορισμένο χαρακτήρα,παρά απλωνόταν σε όλη την σκλαβωμένη χώρα,προπάντων στ'απροσκύνητα βουνά,είπε:''Ολούθε ξεπρόβαλαν αντάρτες.Τα γενναία Ελληνόπουλα,οι απόγονοι του Εικοσιένα,βγήκαν πάλι στο κλαρί.Αναψε πάλι το ντουφέκι,ξαναζεί το κλέφτικο των προγόνων μας.Ο Αρης στον Παρνασσό,ο Ερμής στο Καρπενήσι''
...Η εύηχη δισύλλαβη ονομασία[ΕΛΑΣ]δεν άργησε ν'ακουστεί και πάλι στα βουνά μας,λίγο αργότερα,με το κατόρθωμα του Γοργοποτάμου.Είναι γνωστό πως η επιχείρηση αυτή,που έγινε σε απόλυτη τότε συνεργασία με τους Αγγλους,οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος της στην παρουσία του Αρη και των γενναίων συντρόφων του.Κι η φήμη άρχισε απο τότε να τον παίρνει στα φτερά της.
Η ανατίναξη της γέφυρας του Γοργοποτάμου έγινε στο δεύτερο δεκαπενθήμερο του Νοεμβρίου του 1942.Τίποτα το σπουδαίο που να έχει απήχηση,απ'την πρωτοχρονιά του 1942 μέχρι να ξανακουστεί,λόγω Γοργοποτάμου,το όνομα ΕΛΑΣ και Βελουχιώτης,δεν είχε προφανώς συμβεί έτσι ώστε να διαδοθεί-πέρα απο μια αναφορά του Κοτζιούλα για την εξόντωση των κουτσόβλαχων της Θεσσαλίας.
Μια αναλυτικότερη περιγραφή της μεταβολής των συνθηκών του αντάρτικου[απ'την εποχή δηλαδή που οι βρετανοί αξιωματικοί προσγειώνονται στα ελληνικά βουνά] δίνει αργότερα,όταν έρχεται ένας μαυροσκούφης να τον παραλάβει εκ μέρους του Αρη.Στη διαδρομή/περιοδεία του μέχρι το μέρος όπου βρισκόταν το κλιμάκιο του ΕΛΑΣ,διαπιστώνει ότι:
Εμαθα πολλά νέα απ'αυτόν τον μαυροσκούφη στον δρόμο και κατάλαβα πως η κατάσταση έχει αλλάξει πολύ απο πέρσι.Μα και στα χωριά που περνούσαμε φαινόταν αυτό.Πρωτύτερα το αντάρτικο είχε αυτοσχέδιο χαρακτήρα.Τώρα όμως,έβλεπες τάξη,πειθαρχία.Παντού είχαν τηλέφωνα,επιμελητείες,περιπόλους,όλα οργανωμένα. - Μέχρι τον χειμώνα του '42 που κατέβηκε ο Αρης απ'τη Ρούμελη για να συναντήσει τον Ζέρβα,το αντάρτικο ήταν ανυπόληπτο,μπουσουλούσε στα πρώτα του βήματα:
Ο Αρης είχε τότε μαζί του καμιά τετρακοσαριά οπλοφόρους.Τον είχαν ακολουθήσει αυθόρμητα.Μα οι περισσότεροι απ'αυτούς ήταν ξυπόλητοι και πεινασμένοι.Το αντάρτικο δεν είχε ακόμα πόρους,βρισκόταν στα πρώτα του βήματα.
Εκεί λοιπόν που περνούσαν απο τα χωριά,κάποιος απ'αυτούς τους ξενηστικωμένους πήρε μια κότα απο ένα χωριάτη και την έφαγε μοναχός του,χωρίς να ρωτήσει κανέναν.Αντάρτης δεν ήταν;Πεινούσε,τι να'κανε!Ποτέ του δε φανταζόταν πως θα γίνει ζήτημα για ένα κοτόπουλο,για ένα τσιροπούλι.Κι όμως η πράξη του αυτή μαθεύτηκε.Ο Αρης αράδιασε τους οπαδούς του κι ο ένοχος βρέθηκε.Του'κοψε το λαρύγγι και σπαρταρούσε καταγής,μπροστά στους άλλους...
Ισως αυτό να μην έγινε έτσι,αποκλείεται πάντως να τον σκότωσε ιδιόχειρα ο Αρης,μα η σκληρή τιμωρία διαδόθηκε παντού κι αναφερόταν πια σαν παράδειγμα.Οχι,ο Αρης δεν χαριζόταν σε κανέναν,ούτε σ'εχτρό,ούτε σε φίλο.
Οι αντάρτες δεν είχαν το δικαίωμα ν'απλώνουν το χέρι τους εδώ κι εκεί με το έτσι θέλω.Ο λαός έπρεπε να το νιώσει μια για πάντα πως οι αντάρτες είχαν βγει για να τον ξεσκλαβώσουν,να του βγάλουν τα δεσμά,όχι να του αρπάξουν κι εκείνο το λίγο που όριζε.Αυτή την έννοια είχε η καταδίκη του άμυαλου αντάρτη και μ'αυτό το πνεύμα τη δέχονταν όλοι,όσο σκληρή κι αν φαινόταν στην αρχή.
Με το καιρό συνηθίζεις και τη βαρβαρότητα,ακόμη κι αν το πνεύμα αυτής ξεπερνάει και το κόψιμο χεριού που επιφυλάσσουν στον κλέφτη οι υπερσυντηρητικές ισλαμικές κοινωνίες που ανθούν ακόμη και σήμερα.Δεν μπορούσε να τον αποστρατεύσει,έπρεπε να του πάρει το κεφάλι[όχι ο ίδιος ο Αρης,υπογραμμίζει ο Κοτζιούλας,αλλά με εντολή του.Σιγά τη διαφορά] - Κάποτε μαθεύτηκε πως έρχονταν οι Γερμανοί,πίσω απ'τα Τζουμέρκα,ανατολικά.Κι έπρεπε να μεταφερθούν τρόφιμα ή διαταγές,κάτι τέτοιο,στις δυνάμεις μας που βρίσκονταν στους Μελισσουργούς.Απ'το Βουλγαρέλι ως εκεί μεσολαβούσαν τα Θοδώριανα.Κι απάνω απ'το χωριό απλώνονταν οι χιονισμένες βουνοπλαγιές.Η απόσταση με τον καλό καιρό θα ήταν μισή μέρα.Τώρα όμως δεν περνιόταν καθόλου,τα χιόνια θα'φταναν ένα δυο μπόγια.
Μολοταύτα,το κλιμάκιο ειδοποίησε τον υπεύθυνο στα Θοδώριανα να στείλει τρεις συνδέσμους για ν'ανοίξουν τον δρόμο.
Δεν ξέρω αν επιχείρησαν καθόλου οι τρεις Θοδωριανίτες να πάρουν τη χιονόσκεπη ανηφοριά,ή αν,μη μπορώντας να προχωρήσουν,γύρισαν πίσω.Πάντως ο υπεύθυνος τηλεφώνησε πως δε γινόταν τίποτε.
Οι τρεις άνθρωποι οδηγήθηκαν στο κλιμάκιο να δικαστούν.Δε χρειάστηκαν πολλές ανακρίσεις.Ακολούθησε συνοπτική διαδικασία με αποτέλεσμα τη θανατική τους καταδίκη.Ηρθαν πρεσβείες απ'το χωριό,έπεσαν στη μέση φίλοι,τίποτε.
Ο αρχηγός δεν άλλαζε γνώμη.Οι διαταγές είναι διαταγές και πρέπει να εκτελούνται.Οι σύνδεσμοι είναι κι αυτοί επιστρατευμένος πληθυσμός.Τελικά μεσολαβεί ο πάτερ Ανυπόμονος κι η ζωή τους χαρίζεται.Ο Κοτζιούλας διαπιστώνει:
Πόσους ανθρώπους θα έσωσε με την επιρροή του απο υπερβολικές,αν όχι άδικες,τιμωρίες,αυτός ο ζωμένος άρματα λειτουργός του Υψίστου - Μετά τη συμφωνία της Πλάκας για τη παύση των εχθροπραξιών μεταξύ ΕΔΕΣ και ΕΛΑΣ,ο Βελουχιώτης κάθεται σε αναμμένα κάρβουνα.Απο διπλωματίες και πρωτόκολλα δεν έπαιρνε χαμπάρι-η έξαψη κι ο παρορμητισμός ήταν μόνιμα χαρακτηριστικά του,κάνοντας τον Κοτζιούλα ν'αλλάξει την παρομοίωση του Αρη με τον Οδυσσέα.Ο Αρης έμοιαζε τελικώς περισσότερο με Αχιλλέα[και μόνο με Αχιλλέες,Τροίες δεν πέφτουνε]:Ο πάτερ Ανυπόμονος βρισκόταν κι αυτός σε συγκίνηση εκείνες τις μέρες.Με την ανάγκη που έχει κάθε άνθρωπος να εκφράζεται σ'έναν άλλον,ερχόταν και μ'έβρισκε συχνά.Ηθελε να μου εξομολογηθεί,να ξαλαφρώσει απο τα βαριά μυστικά που του εμπιστευόταν ο αρχηγός.
''Δεν του αρέσουν αυτές οι δουλειές.Τη μία χτύπα τον Ζέρβα,την άλλη άστον.
...Του αρχηγού του'ρχονται κάτι ιδέες,που να στα πω!Να,λέει να τα πετάξει,να κάμει πέρα.Οσοι θέλουν,ας τον ακολουθήσουν.Δεν μπορεί αυτός να'χει τα χέρια του δεμένα.Αλλά εγώ τον παρακάλεσα να μ'ακούσει.Τον συμβούλεψα να μην κάνει τίποτα στην έξαψη του - Παρακολουθούσα τα στρατοδικεία.Πρώτη φορά μου τύχαινα σε τέτοια.Κι αν δεν προηγούνταν η δίωξη μου,ο άδικος κατατρεγμός μου,που μου άνοιξε τα μάτια για τις διαθέσεις των αντιπάλων,δύσκολα θα τα δεχόταν η ψυχή μου,δηλαδή ο ανθρωπισμός κι η ευαισθησία.
Μα τα βάσανα μου μ'είχαν σκληρύνει.Τ'αντίποινα τα έβλεπα σαν κάτι φυσικό.Κι οι τιμωρίες αυτές που ζητούσαν,δε μου φαίνονταν σκληρές.Εξάλλου μαζί με ανθρώπους που έκρυβαν όπλα και άλλα[τα άλλα ήταν τα ''στρατιωτικά είδη''.Παραθέτει μια τοιχοκολλημένη διαταγή που είδε,με την υπογραφή Βελουχιώτη κι ενός Παπασταματιάδη,και που ζητούσε απ'τους κατοίκους την παράδοση στρατιωτικών ειδών,με αυστηρές ποινές για κάθε παραβάτη],περιμένοντας το Ζέρβα,δικάζονταν κι αντάρτες δικοί μας για διάφορες παραβάσεις.Και τα στρατοδικεία γίνονταν το πιο πολύ για παραδειγματισμό,όχι πως εκτελούνταν οι αποφάσεις.
Η ατμόσφαιρα ήταν βαριά.Πέρα είχε απλωθεί ασύδοτη τρομοκρατία,εδώ επικρατούσε αυστηρή δικαιοσύνη.Ο Αρης δε χωράτευε με τους ανυπάκοους.Κι όλοι τον φοβούνταν,τον έτρεμαν πια,δικοί μας και ξένοι,αντάρτες και πολίτες.Στη συνέχεια περιγράφεται η ανάκριση μιας γυναικούλας απο τα Χουλιαραΐικα.Υποπτη γιατί ο άντρας της είχε συγγένεια με ένα καταζητούμενο εδεσίτη αξιωματικό απ'τον ΕΛΑΣ:
-''Κι εγώ τι χρωστάω τώρα η μαύρη,να μόχετε τον άντρα πιασμένο και να σκούζουν τα παιδάκια μου'',ούι ούι,άρχισε να κλαίει κι η ίδια.
Μα ο Αρης την κοίταζε ασυγκίνητος.''Δεν παθαίνει τίποτα ο άντρας σου,ούτε τα παιδιά σου.Εσείς μονάχα να κοιτάξετε να βρείτε τον Χουλιάρα.Αυτού που βγαίνετε στο λόγγο,εσύ,τα κοπέλια σου,κοιτάξτε μες στις τούφες,σε κάνα καλύβι,κάπου θα τον πετύχετε.Κάποιος θα τον ταίζει,δε μπορεί.Πως κάθεται έτσι;Αν δεν τον βοηθάγατε εσείς,θα παρουσιαζόταν''.
Η γυναίκα ορκιζόταν πως δεν είχε ιδέα κι όλο κλαψούριζε.Μα ο Αρης ήταν ανένδοτος.Κι υψώνοντας τον τόνο του:Ακου,γυναίκα,της είπε.Δε μπορείτε να παίζετε εσείς με τους αντάρτες.Ο Χουλιάρας,ο προκομμένος θα σας κάψει ολουνούς.Εχετε ακουστά τον Μπραΐμη;Ε,ότι έκανε κι εκείνος στο Μοριά,τα ίδια και χειρότερα θα πάθετε κι εσείς στο μαχαλά σας,στο χωριό σας,σε όλη την Τζούμα.Και την έδιωξε λέγοντας:Αιντε τώρα.Κι όπως είπαμε,να βρείτε τον Χουλιάρα.
Πραγματικά ο Αρης,φαινόταν αγνώριστος τώρα.Δεν έμοιαζε καθόλου με τον περσινό που,ήμερος,καλόβολος,ανευρίαστος μιλούσε ώρες μπροστά στους χωριάτες κηρύττοντας το πρόγραμμα του ΕΑΜ.Αυτός ο αλλόκοτος καλόγερος είχε αφήσει τώρα το ευαγγέλιο και κράταγε σπάθα.Αλίμονο σ'όποιον θα'πεφτε!
Είχε αναλάβει μεγάλες ευθύνες ο Αρης.Ο εχθρός παραμόνευε απέναντι του,έτοιμος να του ριχτεί.Μέσα σε κάθε χωριό είχε αφήσει όργανα του κι αυτοί δούλευαν κρυφά.Δεν έπρεπε να λάβει τα μέτρα του;Ο εδεσίτης Χουλιάρας που αναζητούνταν,δεν παρέδωσε τον οπλισμό του στον ΕΛΑΣ παρά την υπόσχεση του,κι ετοίμαζε ομάδα για να χτυπήσει τους αντάρτες.Εν προκειμένω,αντί να ψάξει κάθε καλύβι και κάθε τούφα ο ίδιος ο Βελουχιώτης κι η δύναμη του,έβαζε τους χωρικούς να κάνουν τους ντετέκτιβ πρώτα και μετά τους χαφιέδες:Εαν γλιτώναν έτσι απ'τους βελουχιώτηδες,θα την έβρισκαν απ'τους εδεσίτες και τανάπαλιν.
Στη σύγκρουση με τους εδεσίτες,τα χωριά δεν είχαν να λογαριάσουν μόνο τα ''όργανα του εχθρού'' ανάμεσα στις τάξεις του.Πλέον:Βιαστικές μετακινήσεις γίνονταν απο παντού,όλοι βρίσκονταν στο πόδι.Ζώα επιτάσσονταν για τα πυρομαχικά,γυναίκες αγγαρεύονταν να μας βοηθήσουν.Είχαμε και τους υποδίκους που έπρεπε να μεταφερθούν στο εσωτερικό.Το σύνολο παρουσίαζε εικόνες χάους.Κι εγώ,άμαθος απο τέτοια,αναρωτιόμουν που θα σταματήσουμε.Μα ο σύντροφος πάτερ Ανυπόμονος του εξήγησε στο δρόμο το καθετί[σελ.73],δείχνοντας στον Κοτζιούλα το ιταλικό ντουφέκι που του είχε κάνει δώρο ο Αρης και που αργότερα,με το καλό της απελευθέρωσης,θα έμπαινε στο μουσείο του αγώνα.Το πάθος τους είχε όλους εμπλέξει πλέον και το μόνο που τους έμενε για να καθησυχάζονται απο το επικρατούν χάος[και την επίταξη απ'τους κατοίκους της υπαίθρου,εκτός των''στρατιωτικών ειδών'',και των ζώων τους,των γυναικών τους κ.λ.π.-εκεί που υποτίθεται ότι οι αντάρτες ήρθαν για να τον ξεσκλαβώσουν κι όχι για να του πάρουν κι αυτά τα λίγα που έχει]είναι ότι κάποτε θα περάσει,έχοντας εκπληρωθεί οι σκοποί του.Ονειροπόληση μιας ανταμοιβής που θα έρθει μεταπολεμικά,εν είδει επίγειου παραδείσου:
Ονειροπολούσε τα μεταπολεμικά ο πάτερ Ανυπόμονος,με ποιητική φαντασία:
Θα σε πάρω στο μοναστήρι μου,να ιδείς τι ωραία που θα'ναι.Θα'χει φρούτα,νερά,ότι θέλεις.Κι εσύ θα γράφεις με την ησυχία σου.Βαρέθηκα αυτή τη ζωή στα βουνά.Πρέπει όμως να βγάλουμε πέρα τον αγώνα,δεν θα τον αφήσουμε στη μέση.Επειτα όμως θα πάω στο μοναστηράκι μου να ησυχάσω.Ας λείπουν απο μένα οι σκοτούρες.
Τέτοιος ήταν ο πάτερ Ανυπόμονος κι ας ακολουθούσε τον Αρη καβαλάρης,πολεμιστής,ανάμεσα στους Μαυροσκούφηδες.Είχε μπλέξει με το αντάρτικο και του'χε γίνει πάθος πια,όπως όλων μας. - Το να στέλνει σε σπίτια τους δικούς του αντάρτες ο Βελουχιώτης να ψάχνουν για κρυμμένα όπλα,έκρυβε εντάσεις και κινδύνους.Σε μια τέτοια έρευνα σ'ένα μικρομαχαλά στο Βουλγαρέλι,μετά απο καταγγελία πως εκεί κρύβονταν όπλα,ένας αντάρτης πυροβολείται και σκοτώνεται επιτόπου:
Η δολοφονία του αντάρτη κόντεψε ν'αφανίσει εκείνον τον μαχαλά.Ο Αρης έβαλε διορία στους δράστες να παρουσιαστούν.Μα επειδή εκείνοι εξακολουθούσαν να κρύβονται,αποφάσισε να λάβει δραστικότερα μέτρα.Εδωσε εντολή να πιάσουν τις οικογένειες τους.Επειτα σκέφτηκε να κάμει κάτι χειρότερο.Αμα το'μαθα έφριξα κι εγώ.
Θα τους περνούσε διά στόματος μάχαιρας.Κι όχι μόνοτους δικούςτων,μα όλο το συγγενολόι,κάθε σερνικό απο δώδεκα χρονών και πάνω.Ηταν έτοιμος ο Τζαβέλλας να φύγει.Το έμαθε κι ο συνταγματάρχης Παπασταματιάδης.Στο τέλος ο Παπασταματιάδης απείλησε με παραίτηση.Ετσι ο Αρης καλμάρησε και δεν έγινε το κακό. - Καταδίκη σε θάνατο[αν κι αργότερα δόθηκε χάρη]και για ανταλλαγή σαπουνιού με δύο αυγά!Του έκαναν και...χάρη του πεινασμένου αντάρτη:Εμενε ως αδιάθετος στο αναρρωτήριο κι εκεί θέλησε ν'αλλάξει ένα κομμάτι σαπούνι με δυο ζευγάρια αυγά που του'φερε κάποιος χωριάτης.Αυτό απαγορεύονταν.Το σαπούνι του το'χε δώσει η υπηρεσία για καθαριότητα κι όχι για διατροφή.[απ'την περιγραφή που γίνεται,φαίνεται ότι ο άτυχος αντάρτης έδωσε ένα κομμάτι του σαπουνιού του,κι όχι ολόκληρο το σαπούνι]Το αναρρωτήριο δεν ήταν για εμπορικές συναλλαγές.Αναφέρω το γεγονός για να δουν μερικοί,αν το πιστέψουν εννοείται,[Ο Κοτζιούλας έχοντας συναίσθηση του βάρους της υπερβολής των τιμωριών που επιφέρουν τα περιστατικά της αντάρτικης ''παραβατικότητας'',αντιλαμβάνεται ότι εαν δεν ήσουν μάρτυρας τους,δύσκολα ακούγοντας τα απο αφηγήσεις θα τα πίστευες]πόσο βαριά χτυπούσε ο αντάρτικος νόμος τον κάθε παραβάτη.Ετσι μονάχα μπόρεσαν να κρατηθούν και να επιβληθούν στη συνείδηση των χωρικών.Με τόση καλλιέργεια φόβου και τρόμου,χάνεται κι ο όποιος σεβασμός είχε κερδηθεί:Το δέος του σεβασμού δεν γεννά και τον προσήκοντα φόβο,κι όχι το αντίστροφο;
- Μάλλον το αποτελεσματικότερο μέσο για ν'αντιληφτείς που οδηγεί αυτή η αντικανονικότητα των εμφύλιων συγκρούσεων,των αντιποίνων,της καταδίκης απλών κατοίκων λόγω ''συλλογικής ευθύνης'' κ.λ.π.,είναι το να τη δεις κοπιαρισμένη,όπως ακριβώς φωλιάζει μέσα στη ματιά σου,στην όραση του άλλου,σαν ''εξωτερικός παρατηρητής'' της όρασης σου[σελ.100]:
Παρακινημένος αλλά και αυθόρμητα,[αντίφαση εν τοις όροις]τελείωσα εκείνες τις μέρες δυο ποιήματα,τα ''χιόνια στην Πίνδο'' και τον ''Εκδικητή''.Οταν γύρισε ο Αρης του τα δείξαμε.Το ένα ήταν πολεμόχαρο,επιθετικό,βγαλμένο μέσα απο ατμόσφαιρα φανατισμού.Νόμιζα πως του άρεσε αυτό ίσα ίσα.Μα ο Αρης δε φάνηκε ενθουσιασμένος.Και σ'ένα σημείο όπου γινόταν λόγος για την αιματηρή ανταπόδοση,για τη μοιραία τιμωρία,σαν κάτι αναπόφευκτο,είδα τον Αρη να στέκεται σκεφτικός - Ο Κοτζιούλας περιγράφει την παρέα που έκανε με τους μαυροσκούφηδες,θέλοντας να δείξει ότι άνθρωποι ήταν κι αυτοί,κι όχι ανθρωπόμορφα θηρία όπως τους παρουσίαζαν οι εχθροί τους.
Ο Κοτζιούλας τους μιλά περί τέχνης και ποίησης και στίχων κι εντυπωσιάζεται απ'την προσοχή με την οποία τον ακούνε,μια ακόμη ''απόδειξη'' της δίψας για μάθηση που είχαν και...τίποτα άλλο-πέραν του ότι φτάνει αυτή να είχε ιδία ωφέλιμη χρήση,ανυψώνοντας τους ίδιους.Τι πιο τρανότερη απόδειξη του ανθρώπινου στοιχείου τους,απ'την θέληση για ιδιοτελή χρήση στίχων που κάνει ξακουστή και οικεία σε όλο τον κόσμο την περηφάνεια που οι ίδιοι νιώθουν;Φυσικά το ίδιο ισχύει και για τον Κοτζιούλα,που μέσω της προσφοράς δημιουργίας στίχων για τους μαυροσκούφηδες,νιώθει κι ο ίδιος χρήσιμος και ανυψωμένος.
Εκεί που μιλούσα με τους Μαυροσκούφηδες,καθώς με ρωτάγαν διάφορα και τους απαντούσα,η κουβέντα μας πήρε μάκρος κι αργήσαμε να κοιμηθούμε.Θυμάμαι πως την άλλη μέρα που γνωριστήκαμε και με τον πάτερ Ανυπόμονο,τον αχώριστο αρχιμανδρίτη του Αρη,τον άκουσα να λέει στον τελευταίο:''Ξέρεις,αρχηγέ;Ο φίλος μας ο Γιώργης θα μας ξεμυαλίσει τους Μαυροσκούφηδες.Εχτές το βράδυ τους έκαμε ολόκληρη διάλεξη περί τέχνης''.
Αυτό δε δείχνει τίποτ'άλλο παρά το ενδιαφέρον,τη δίψα που είχαν οι άνθρωποι του λαού,τ'αγνά στοιχεία[ο λαός προσωποποιημένος στο πρόσωπο των μαυροσκούφηδων κι η αγνότητα τους η αντανάκλαση του ''λαού''],για καθετί που το θεωρούσαν ανώτερο τους και ικανό να τους ανυψώσει.Τα γράφω αυτά για μερικούς που φαντάζονται ή που θέλουν να παραστήσουν τους Μαυροσκούφηδες για ανθρωπόμορφα θηρία.
Εμένα πάντως με άκουσαν με προσοχή[λόγω της ζήτησης για στιχουργίες,ποιητά μου]εκείνο το βράδυ και το μόνο που μου ζητούσαν ήταν να τους κάμω ένα τραγούδι,μα δικό τους,μαυροσκούφικο,για να το'χουν να το λένε.Η ζήτηση τραγουδιών εκείνον τον καιρό στα βουνά ήταν άλλο πράμα. - Συνομιλία του Κοτζιούλα με Αρη κι η κουβέντα φτάνει στον Ζαχαριάδη.Της προσωπολατρείας το ανάγνωσμα:Μου ανέφερε και για τον Παλαμά του Ζαχαριάδη.
-Εγραψε μια σπουδαία μελέτη,θα τη δεις αργότερα.
-Μα για τον Παλαμά;Και στη φυλακή;
-Ναι,λέει χαμογελώντας.Ο Ζαχαριάδης είναι γερό κεφάλι,άξιος για όλα.Μιλούσε με καμάρι,σα για κάτι δικό του.Και τα λόγια του προδίναν στοργή,τρυφερότητα για τον ήρωα,τον αλυσόδετο αρχηγό. - O Κοτζιούλας περιγράφει την πρώτη φορά που άκουσε ομιλία του Βελουχιώτη:
Ο Αρης έκαμε λόγο για το ξεκίνημα του αντάρτικου και για τις αιτίες του σχηματισμού του:''Οι φαυλοκράτες πολιτικοί που είναι ξαπλωμένοι στου Ζαχαράτου και που δε θέλησαν να βοηθήσουν τον αγώνα γιατί προτιμούν ν'ανέχονται τον καταχτητή,λένε πως τάχα εμείς βιαστήκαμε να πάρουμε το ντουφέκι.Λοιπόν εγώ σας λέω πως δε βιαστήκαμε καθόλου.Τα πράγματα είχαν ζορίσει πολύ.Δε χρειάζεται να κρυβόμαστε αναμεταξύ μας.Πολλοί Ελληνες είχαν γίνει προδότες συνεργάτες των Ιταλογερμανών.Αν αργούσαμε ακόμα κι εγώ δεν ξέρω που θα σταματούσε αυτός ο κατήφορος''.
Η ''ανοχή''απέναντι στον κατακτητή μπερδεύεται με την ενεργό συμπαράσταση και τον δοσιλογισμό.Η διχοτομικά ισοπεδωτική πολεμική ρητορεία αποκαλύπτεται στη συνέχεια του λόγου του,όπου κάνει λόγο για όσους απλώς διερωτώνται για το κόστος/τίμημα του αντάρτικου:
Μίλησε ακόμη για την επιβίωση,για το πόσες χιλιάδες πέθαναν στην Αθήνα με το φοβερό θανατικό του 41-42 απ'την πείνα.''Μας κατηγορούν πως το αντάρτικο θα έχει θύματα.Μπορεί ποτέ οι απώλειες αυτές να φτάσουν τις διακόσιες και τριακόσιες χιλιάδες;[Επιχείρημα του στυλ:''Γιατί,μήπως στον καπιταλισμό είναι καλύτερα'';Χώρια ότι μπουρδουκλώνει την πείνα της πρωτεύουσας με την ύπαιθρο,εκεί όπου ο χωρικός λίγο με τα ζώα του,λίγο με το χωραφάκι του,μόνο απο απόλυτη πείνα δεν κινδύνευε].
Και στη συνέχεια έρχεται η προκαταβολικά αρμόζουσα διάθεση που οφείλει να έχει ένας πατριώτης:Επειτα ο κάθε πατριώτης θα προτιμούσε να πεθάνει με τ'όπλο στο χέρι παρά στο δρόμο σαν σκυλί.Τα παραδείγματα του Λεωνίδα με τις Θερμοπύλες,του Διάκου με την Αλαμάνα,είναι παραδείγματα δικά μας,απ'τη δική μας ιστορία''.
Κι αν το όπλο στο χέρι φέρει στολή του ΕΛΑΣ,ακόμη καλύτερα-αν και δεν είναι η...κατάλληλη στιγμή.Προς το παρόν,η στράτευση είναι εθελοντική,όπως μαρτυρεί ο Κοτζιούλας:
Επειτα μίλησε με μίσος για τους επιδρομείς που ρημάζουν τη πατρίδα μας,θερίζουν τον ανθό της.Δε ζητούσε ακόμα εθελοντική στρατολογία,μα ολόψυχη υποστήριξη απο μέρους του λαού.
Στη συνέχεια του λόγου του ο Βελουχιώτης κάνει ένα πρόχειρο μάθημα ιστορίας στους...πρόθυμους χωριάτες,''δίνοντας στα ιστορικά γεγονότα τη σωστή τους σημασία''.Απ'το στόχαστρο του δεν ξεφεύγει ούτε ο Καποδίστριας,η ειρωνεία είναι ότι αργότερα που θα σταλεί απο την ηγεσία του ΚΚΕ στην Πελοπόννησο,θα μάθει απο πρώτο χέρι τι σημαίνει ''μοραΐτικη διπλωματία'' τήρησης των ισορροπιών[δηλαδή του στάτους κβο],ντελιγιανναΐικα και μαυρομιχαλαΐικα τερτίπια κ.ο.κ.
Η ομιλία Βελουχιώτη τελειώνει,κι ο Κοτζιούλας περιγράφει τις αντιδράσεις του κόσμου και βάσει αυτών των αντιδράσεων,κρίνει πλουσιοπάροχα το ίνδαλμα του:Με τα καθαρά,τετράγωνα επιχειρήματα του,δεν είχε αφήσει καμιά απορία.Οι χωριάτες τυπώθηκαν με το παραπάνω για τους σκοπούς του ΕΑΜ.Χωρίς να στερεί απο την έκθεση του το επαναστατικό χρώμα,πάντα ριζοσπαστικός στη βάση,φρόντιζε συνάμα να παρουσιάζει τις απόψεις του πειστικά,ψυχολογημένα,έτσι που ακόμα κι οι αντίπαλοι να υποχωρούν.Ηταν λόγια που θα τα'λεγε,θα τα δεχόταν κάθε νοικοκύρης,κάθε τίμιος άνθρωπος.[τους καθόταν καλά στ'αυτιά το γλείψιμο τους]
Είχε το χάρισμα να διοχετεύει την επίσημη γραμμή[αυτό μονάχα λίγοι το έβλεπαν-ή αλλιώς οι μυημένοι που λέει και στην αρχή του βιβλίου του ο Κοτζιούλας]χωρίς να φαίνεται απ'τη μάζα των ακροατών.Σ'αυτούς μιλούσε κατευθείαν στη καρδιά τους.
Συνήθως εκεί,στη καρδιά και στο συναίσθημα,απευθύνεται ο εθνολαϊκισμός κι οι λαογεννημένοι ηγέτες του μια χαρά αντανακλούν τα κουσούρια του ποίμνιου τους.Κάτι που βγαίνει απο τα σπλάχνα σου κι είναι κομμάτι σου,ανυψώνει στη συνείδηση σου κι εσένα τον ίδιο.Ενδεδυμένος,επιπροσθέτως,με την μονοκομματική προπαγάνδα του ΚΚΕ και του απο στόμα σε στόμα μοιράσματος αυτής της φαντασίωσης,ο συνδυασμός.ειναι φονικός:
Είχε κεντηθεί η φαντασία του λαού,είχε μιλήσει στη καρδιά του.Και τώρα η φήμη δούλευε γι'αυτόν,μέρα νύχτα.Καθένας που τον έβλεπε,που μίλαγε μαζί του,έτρεχε να διαλαλήσει και στους άλλους τον ενθουσιασμό του.Ετσι κι έτσι! - Παρουσιάζει και την ομιλία του πιστού αρχιμανδρίτη του Αρη,του πάτερ Ανυπόμονου.[το όνομα του εδόθη απο τον Αρη,γιατί ο πάτερ δεν κρατιόταν απ΄τη φούρια του αντάρτικου αγώνα μέσα στ'ασκητικά αυγά του.Για να είναι απ'τους αγαπημένους του Βελουχιώτη,καταλαβαίνουμε ότι πάνω κάτω κι ο Βελουχιώτης,γοητευόταν να βλέπει δικά του χαρακτηριστικά σε πρόσωπα της εμπιστοσύνης του.Ο πάτερ Ανυπόμονος όμως γλίτωσε κάμποσους απ'τις ραγδαίες Βελουχιώτικες εκτελέσεις,οπότε ίσως αυτή η συνύπαρξη να είχε την χρησιμότητα του βαστάζου μεταξύ δυο ανυπόμονων καλόγερων-όπου ο επίσημα καλογερικός τύπος αποτελούσε το αντίβαρο στην Βελουχιώτικη οργή,όποτε αυτή ξέφευγε].Ο Ανυπόμονος συγκεράζει κομμουνισμό κι ορθοδοξία και προσπαθεί να πείσει ότι ο αντάρτικος αγώνας έχει την ευλογία του Υψίστου,και τι καλύτερη απόδειξη γι'αυτό απο ένα...θαύμα;
Αν παραδεχτούμε την θεία πρόνοια-και πρέπει σα χριστιανοί να τη παραδεχτούμε-τότε θα πιστέψουμε πως ο Θεός ευλογεί τον αγώνα μας.Γιατί πως αλλιώς θα εξηγήσουμε την πρόοδο του;Οταν ξεκίνησε πέρσι ο αρχηγός μας ο Αρης με τρεις τέσσερις πεινασμένους νομάτους και προτιμούσαν να τρων χελώνες ή τυρόγαλο για να μην επιβαρύνουν τους τσοπαναραίους στα βουνά,φαίνεται πως ήταν θέλημα Θεού να γλιτώσουν αυτοί οι άνθρωποι απ'την πείνα κι απο τόσους κινδύνους για το καλό της σκλαβωμένης πατρίδας μας.Ποιός άκουσε αλήθεια απο εσάς πως μπορεί να ζήσει κανένας με χελώνες;
[εγώ κάτι μόλις διάβασα και για τυρόγαλο]
Τέτοια ωραία έλεγε,με πίστη και με τέχνη,συγκινώντας κατάβαθα όσους τον άκουγαν... - Κι ότι είναι λαοπρόβλητο δεν περιμένει απ'τους θαυμαστές του να μην παινέψουν το σπίτι τους,μιμούμενοι κι ανταγωνιζόμενοι ο ένας τον άλλο και όλοι μαζί συγχρονισμένα κι ενσυναίσθητα,το ποιοί θα εκφράσουν επαρκέστερα αυτό το αβυθόμετρο συναίσθημα αγαλλίασης,.Ο Αρης περνά απο το χωριό Μελισουργούς κι η υποδοχή είναι θριαμβευτική:
Ο σταυραϊτός της Ρούμελης,ανοίγοντας τις φτερούγες του είχε βρεθεί στα Τζουμέρκα.Και καθώς ήταν έτοιμος να πετάξει γι'αλλού,ο καθένας άφηνε τη δουλειά του κι έτρεχε να τον δει.Πιστεύω πως ο τόπος μας θα είχε απ'τον καιρό του Πατροκοσμά ή του Μάρκου Μπότσαρη να δοκιμάσει τέτοια συγκίνηση ομαδική.Πρώτη φορά έβλεπε ο λαός έναν δικό του φτασμένον τόσο ψηλά,έναν πολέμαρχο βγαλμένο απο κάτου,με το χρίσμα της μάζας....Στην πλατεία που σταμάτησαν κι ετοιμάστηκε να μιλήσει,όπως το συνήθιζε σε κάθε χωριό,θέλησα κι εγώ ν'απαγγείλω κάτι στίχους.Τους έγραψα στο δρόμο που ερχόμουν,την περασμένη βραδιά,με τ'αυγουστιάτικο φεγγάρι,μες στη δροσιά των ελάτων.Κι έδειχναν τη χαρά μου,τη χαρά μας ολουνών,για το πέρασμα του θρυλικού Αρη.Αντανακλούσαν κάτι το αυθόρμητο και γενικό.Μα εκείνος δεν το πήρε έτσι.Κοιτάζοντας απ'όλες τις μεριές,προσέχοντας να φυλάγεται απο παντού,θεώρησε το ποίημα μου κολακεία και πάντως δεν έκρινε σκόπιμο ν'απαγγελθεί στη συγκέντρωση.Απέφευγε τις επιδείξεις,τις διαφημίσεις μπροστά στους χωριάτες.Ηθελε να τους δίνουμε άλλα παραδείγματα κι όχι αυτοεγκωμιασμού.Προσπαθούσε να μένει αναίσθητος σε λιβανίσματα.Απέφευγε το ήδη συντελεσμένο που ήταν η υποδοχή μεσσία σε κάθε χωριό.Περαιτέρω κολακείες ήταν αχρείαστες κι υπερβολικές-πρέπει να φυλάγεσαι απο πλεονασμούς... - Ο Κοτζιούλας περιγράφει το κλίμα στη συνδιάσκεψη του ΕΑΜ Αρτας,παρουσία του ΕΔΕΣ του Ζέρβα και άγγλων συμμάχων.Πως φέρθηκε ο αγγλος;Σαν κλασικός ευρωπαίος:Ξενέρωτος,ψυχρός,''εμποράκος'' του υπολογισμού:
Την ίδια ψυχρότητα έδειξε κι ο Αγγλος σύνδεσμος,ένας έφεδρος ταγματάρχης,λίγο γκριζομάλλης.Τα λίγα λόγια του που μεταφράστηκαν ήταν σα να τα'βγαζες με το τσιγκέλι.''Θα σας βοηθήσουμε μεν,αλλά...'',τα κατάπινε τελοσπάντων.Και γενικά έδινε την εντύπωση ενός υπολογιστικού εμπόρου περσότερο παρά ενός σύμμαχου πολεμιστή.
Η σύγκριση με Βελουχιώτη έγερνε πολύ τη ζυγαριά:
Οταν έμεινα μόνος μου και θέλησαν να συγκρίνω τον Αρη με κάποιον απ'την ιστορία,δεν έβρισκα παρά τον Οδυσσέα.Ηταν το ίδιο πολυμήχανος κι αποφασιστικός.Ευκίνητος,μ'ασίγαστο μυαλό,πλούσιος σε τεχνάσματα,είχε συνάμα και το στοιχείο εκείνο της αψηφησιάς που είναι γνώρισμα όλων των παληκαριών.
Φαντάζεσαι τον Οδυσσέα ν'αψηφεί το τραγούδι των Σειρήνων και να μην ζητά να τον δέσουν στο κατάρτι;Πολλές φορές αυτή η τόλμη λέγεται και κουτουράδα:
Ο Κοτζιουλας περιγράφει πως ξέφυγε απ'την αιχμαλωσία των Εδεσιτών και τις προληπτικές συλλήψεις τους.Περιμένοντας τη σύλληψη του,ο Κοτζιούλας προτιμά να κρυφτεί μια βδομάδα σε σπηλιές.Σύνορο των δύο αντιμαχόμενων αντάρτικων ομάδων ήταν ο ποταμός Αραχθος.Ο Κοτζιούλας τον διαβαίνει:
Επειδή δε βρισκόταν κανένας να με περάσει αντίκρυ,αποφάσισα να διαβώ το ποτάμι μοναχός μου.Απέναντι ήταν οι δικοί μας αντάρτες.Αν γλίτωνα θα σωζόμουν για πάντα.Κι αν πνιγόμουν,θα πέθαινα ελεύθερος.Ολο αυτό το διάστημα συλλογιόμουν το φίλο μου Γάκη Σπύρο.Είχε πνιγεί στον Αραχθο έπειτα απο μια επιτυχημένη επίθεση μας τον ίδιο μήνα προς το Ξηροβούνι.Αλλά η ομάδα η δική του κυνηγήθηκε κι ο Γάκης πηδώντας στο ποτάμι έπαθε στο τραύμα του.Ισως μου μέλλεται να τον ανταμώσω,έλεγα μέσα μου.
[ο Γάκης αψήφησε το τραύμα του,δεν αφέθηκε ν'αναρρώσει και πέθανε εξαιτίας αυτού πάνω στη μάχη].Ο Κοτζιούλας τελικά τα κατάφερε-καθότι δεν είχε και κάποιο τραύμα ν'αψηφήσει[μα κι αν είχε,θα πέθαινε ελεύθερος και θ'αντάμωνε εκεί ψηλά στον άλλο κόσμο τον Γάκη].Φτάνει στο κλιμάκιο των ανταρτών και τους διηγείτε την περιπέτεια του:
Ακουγαν με ικανοποίηση,χαμογελώντας,γιατί και το πιο ανάποδο,άμα περάσει,γίνεται ανέκδοτο κι ευχαριστεί.Τελείωσα λέγοντας πως εγώ ποτέ δεν περνούσα τον εαυτό μου για γενναίο,αλλά φαίνεται πως η λαχτάρα της ελευθερίας...
Ελα,με σταμάτησε ο Αρης,χτυπώντας με στον ώμο.Τέτοιες κουτουράδες μονάχα γενναίοι τις κάνουν.
Οταν του ανέφερα για τον Γάκη Σπύρο,το φίλο μας,μου είπε:''Τον χάσαμε κι αυτόν.Πάει απ'το κεφάλι του''.
-Εσύ τουλάχιστο αρχηγέ,δεν τον κρατούσες;
-Δεν άκουγε κανένας αυτός.Ηταν παλαβός[και...αψηφησιάρης]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου